Σε μικρότερες αυξήσεις απο αυτές που έχουν δοθεί τα τελευταία χρόνια και «πάγωμα» του κατώτατου μισθού σε περιόδους ύφεσης αναμένεται να οδηγήσει το νέο μοντέλο διαμόρφωσης των κατώτατων αμοιβών από το 2028 σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα που προβλέπει το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε χθες στη Βουλή.
Ο νέος μαθηματικός τύπος που θα υιοθετηθεί θα λαμβάνει υπόψη του τον πληθωρισμό, ιδιαίτερα για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας, καθώς και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας, με βάση αντικειμενικούς δείκτες που θα δημιουργήσει η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Σύμφωνα με την υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως, το αποτέλεσμα από τον αυτόματο μηχανισμό αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού μέσω του νέου μαθηματικού τύπου θα τηρείται απαρέγκλιτα και δεν θα υπάρχει κανένα περιθώριο μη εφαρμογής του, όπως κάτι ανάλογο συμβαίνει με την ετήσια αύξηση των συντάξεων.
Ο μαθηματικός τύπος θα είναι πλήρως δεσμευτικός για τις εκάστοτε κυβερνήσεις και δεν θα επιδέχεται κανένα περιθώριο παρέμβασης, ακόμη κι αν η επιτροπή διαβούλευσης με τη συμμετοχή όλων των εθνικών κοινωνικών εταίρων και της ΑΔΕΔΥ τεκμηριωμένα προτείνει διαφορετικό ύψος αποδοχών.
Η ρήτρα παρέκκλισης θα εφαρμόζεται μόνο όταν η οικονομική συγκυρία το επιβάλει και θα οδηγεί είτε στον περιορισμό της προβλεπόμενης από τον τύπο υπολογισμού αύξησης, είτε στο «πάγωμα» του κατώτατου μισθού, σε περίπτωση που η πρόβλεψη είναι αρνητική.
Σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορεί να επιβληθεί μείωση του κατώτατου μισθού.
Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων
Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων από το 2028 και μετά περιορίζεται δραστικά, καθώς μόνο θα γνωμοδοτούν χωρίς να μπορούν ούτε να συνδιαμορφώσουν το ύψος των κατώτατων αμοιβών στη χώρα.
Στο μεσοδιάστημα 2025-2027, θα συσταθεί μια Επιτροπή Διαβούλευσης με τη συμμετοχή όλων των εθνικών κοινωνικών εταίρων και της ΑΔΕΔΥ.
Η Επιτροπή αυτή θα διατυπώνει γνώμη με θεσμικό και ενιαίο τρόπο κατά τη μεταβατική διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού όπως επίσης και σε περίπτωση που στοιχειοθετείται, από την Επιστημονική Επιτροπή, παρέκκλιση από τον αυτόματο μηχανισμό αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού σε περίπτωση πχ μεγάλων οικονομικών αναταράξεων.
Σημειώνεται ότι και σε αυτή την περίπτωση το ύψος του κατώτατου μισθού δεν θα μπορεί να μειωθεί.
Ως προς την ενίσχυση των Συλλογικών Διαπραγματεύσεων, προβλέπεται η εκπόνηση Σχεδίου Δράσης εντός ενός έτους από την ψήφιση του νόμου, με σαφές χρονοδιάγραμμα και συγκεκριμένα μέτρα, κατόπιν διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους.
Ο διάλογος της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους εργαζομένων και εργοδοτών για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, θα ξεκινήσει αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κυβερνητική πρόβλεψη σχετικά με την κάλυψη του 80% των εργαζομένων (σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική οδηγία), αντί του περίπου 25% που καταγράφεται σήμερα.
Χρονοδιάγραμμα
Το 2025 η διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού θα παραμείνει ίδια με τη διαφορά ότι θα συσταθεί σε σώμα με ενισχυμένο ρόλο η επιτροπή διαβούλευσης στην οποία θα συμμετέχουν και οι κοινωνικοί εταίροι και Φορείς της Οικονομίας (πχ ΕΛΣΤΑΤ, ΤτΕ).
Στόχος της επιτροπής είναι να ξεκινήσει η διαδικασία προσδιορισμού των βασικών αποδοχών, με το νέο μοντέλο, όσο και αν αυτό επί της ουσίας θα εφαρμοστεί τρία χρόνια αργότερα.
Η δεύτερη, ενδιάμεση φάση θα ξεκινήσει 1.6.2025, ώστε εντός του 2025 να διεξαχθεί η διαβούλευση σύμφωνα με τις νέες προθεσμίες και τη νέα σύνθεση των Επιτροπών για τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο που θα ισχύσει από την 1/1/2026.
Η ενδιάμεση φάση θα διαρκέσει έως την 31/12/2027.
Ο στόχος που έχει τεθεί για κατώτατο μισθό 950 ευρώ έως το 2027, εκτιμήθηκε από την κυρία Κεραμέως ότι είναι απολύτως εφικτός. Από εκεί και μετά, θα ξεκινήσει η εφαρμογή του μαθηματικού τύπου, που θα αξιοποιεί δύο βασικές παραμέτρους:
Τον πληθωρισμό, όπως προκύπτει για το 20% των χαμηλότερων, εισοδηματικά, νοικοκυριών της ελληνικής οικονομίας.
Την παραγωγικότητα της οικονομίας, μέγεθος που θα ενσωματώνει το σύνολο των μισθών σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
Νέο σύστημα από 1.1.2028
Στο νέο σύστημα ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα και με δυνατότητα παρέκκλισης, αν οι οικονομικές συνθήκες εξαιρετικώς δεν επιτρέπουν την αναπροσαρμογή τους.
Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις αυτές δεν επιτρέπεται μείωση του κατώτατου νομοθετημένου μισθού και ημερομισθίου.
Τα όργανα που υποστηρίζουν συμβουλευτικά με τεκμηριωμένες γνώμες τον νομοθέτη είναι τα ίδια, δηλαδή η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και η Συμβουλευτική Επιτροπή, με τη διαφορά ότι στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ορίζει η ΤτΕ ένα μέλος αντί του μέλους που όριζε ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
2. Το έργο των παραπάνω Επιτροπών είναι η διατύπωση γνώμης ή γνωμών σχετικά με:
α) το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, εφόσον η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων προτείνει την κατ’ εξαίρεση παρέκκλιση από την εφαρμογή του κανόνα της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.
β) Τον συντελεστή αναπροσαρμογής του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
γ) Την επιλογή και την εφαρμογή ενδεικτικών τιμών αναφοράς για την αξιολόγηση της επάρκειας του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
δ) Τη θέσπιση των μισθολογικών διαφοροποιήσεων στον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και στο νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο και των κρατήσεων από αυτούς και
ε) τη συλλογή δεδομένων και την εκπόνηση μελετών και αναλύσεων για την παροχή πληροφοριών στις αρχές και σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο.
Οι αιτιολογημένες γνώμες για τα θέματα των περιπτώσεων β, γ, δ και ε αποστέλλονται από τον Πρόεδρο του Ο.ΜΕ.Δ στους Υπουργούς Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εσωτερικών και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.